Η νέα στρατηγική σύμπραξη μεταξύ Λονδίνου και Άγκυρας: Τι σημαίνει η συμφωνία για τα Eurofighter

Του Στέφανου Νικολαΐδη
Η Τουρκία και το Ηνωμένο Βασίλειο προχώρησαν στην υπογραφή συμφωνίας-ορόσημο ύψους 10,74 δισ. δολαρίων για την προμήθεια 20 μαχητικών αεροσκαφών Eurofighter Typhoon, ενισχύοντας θεαματικά τη στρατηγική τους σχέση και ανοίγοντας ένα νέο κεφάλαιο στην αμυντική γεωγραφία της Ανατολικής Μεσογείου.
Η συμφωνία υπεγράφη στην Άγκυρα παρουσία του Βρετανού πρωθυπουργού Κιρ Στάρμερ και του προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, με τον Τούρκο ηγέτη να κάνει λόγο για «σύμβολο στρατηγικής σχέσης μεταξύ δύο στενών συμμάχων».
Σύμφωνα με πληροφορίες του ΣΚΑΪ, η προμήθεια περιλαμβάνει και πυραύλους Meteor, που θα αναβαθμίσουν ουσιαστικά τις επιχειρησιακές δυνατότητες των τουρκικών αεροσκαφών.
Το πλαίσιο της συμφωνίας
Η σύμβαση ακολουθεί το προκαταρκτικό μνημόνιο του περασμένου Ιουλίου μεταξύ Λονδίνου και Άγκυρας, με τη συναίνεση των χωρών-εταίρων του προγράμματος Eurofighter – Γερμανίας, Ιταλίας και Ισπανίας.
Η κατανομή παραγωγής προβλέπει ότι περίπου το 37% κάθε αεροσκάφους θα κατασκευάζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ το υπόλοιπο στις χώρες-συνεταίρους του ευρωπαϊκού κονσόρτσιουμ.
Για τη Βρετανία, η συμφωνία θεωρείται «οξυγόνο» για τη γραμμή παραγωγής των Typhoon στο Γουόρτον της βορειοδυτικής Αγγλίας, εξασφαλίζοντας περίπου 20.000 θέσεις εργασίας.
«Αυτή η ιστορική συμφωνία με την Τουρκία είναι μια νίκη για τη βρετανική αμυντική βιομηχανία και για τη συνοχή του ΝΑΤΟ», δήλωσε ο Κιρ Στάρμερ. Από την πλευρά του, ο υπουργός Άμυνας, Τζον Χίλι, την περιέγραψε ως «τη μεγαλύτερη εξαγωγή μαχητικών αεροσκαφών σε μια γενιά».
Η Άγκυρα, πέραν των 20 Typhoon από το Ηνωμένο Βασίλειο, θα αποκτήσει επιπλέον 24 αεροσκάφη από Κατάρ και Ομάν, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό στα 44 Eurofighter. Οι πρώτες παραδόσεις αναμένονται γύρω στο 2030.
Διπλωματικό αποτύπωμα και νέα δεδομένα
Η υπογραφή της συμφωνίας έρχεται σε μια περίοδο όπου η Τουρκία επιχειρεί να αποκαταστήσει τη θέση της εντός ΝΑΤΟ, ύστερα από μια δεκαετία τεταμένων σχέσεων με τη Δύση.
Για πολλούς αναλυτές αποτελεί στρατηγική νίκη του Λονδίνου, το οποίο –μετά το Brexit– επιδιώκει να επανατοποθετηθεί δυναμικά στη Μεσόγειο και στη Μέση Ανατολή, βρίσκοντας στην Άγκυρα έναν πρόθυμο εταίρο με επιρροή και ανεπτυγμένη αμυντική βιομηχανία.
Όπως εξηγούν στο skai.gr διπλωματικές πηγές, «η εξέλιξη αυτή δεν συνιστά απειλή άμεσης ανατροπής της αεροπορικής ισορροπίας στο Αιγαίο. Τα Eurofighter θα παραδοθούν στην Τουρκία σχεδόν ταυτόχρονα με τα F-35 στην Ελλάδα – πάνω-κάτω την ίδια περίοδο. Επομένως, η χώρα μας θα διατηρήσει την αεροπορική της υπεροχή».
Ωστόσο, οι ίδιες πηγές χαρακτηρίζουν τη συμφωνία στρατηγικής σημασίας, καθώς για πρώτη φορά η Τουρκία αγοράζει και με τη βούλα ευρωπαϊκά μαχητικά, εγκαινιάζοντας μια στενότερη ευρω-τουρκική αμυντική διασύνδεση με τη «βρετανική υπογραφή».
Η ιδιαίτερη σχέση Λονδίνου – Άγκυρας
Το Ηνωμένο Βασίλειο, μετά την αποχώρησή του από την ΕΕ, έχει επιδιώξει την ανάπτυξη διμερών σχέσεων με περιφερειακές δυνάμεις. Η Τουρκία προσφέρει στο Λονδίνο πρόσβαση σε στρατιωτική τεχνογνωσία, δίκτυα πληροφοριών και περιφερειακή επιρροή.
Αντιστρόφως, η Άγκυρα κερδίζει έναν σημαντικό σύμμαχο εκτός ΕΕ, την ώρα που προσπαθεί να «ξεπαγώσει» σχέσεις με τη Γερμανία και να παρουσιαστεί ως προβλέψιμος εταίρος, χωρίς όμως να εγκαταλείπει τις αναθεωρητικές της φιλοδοξίες.
«Η εικόνα “λογικής” Τουρκίας εντάσσεται σε μια τακτική που αποσκοπεί στη βελτίωση του προφίλ της διεθνώς, ενώ διατηρεί αναλλοίωτη τη στρατηγική της στόχευση», σημειώνουν άτομα με άριστη γνώση των ισορροπιών στην περιοχή.
Οι ευρωπαϊκές ισορροπίες και το μήνυμα προς την Αθήνα
Η Ευρώπη, εν μέσω των κρίσεων σε Ουκρανία και Μέση Ανατολή, αναζητά νέα αμυντική συνοχή.
Στο πλαίσιο αυτό, η συμφωνία Βρετανίας – Τουρκίας θεωρείται από διπλωματικούς κύκλους ως «πολιτικό μήνυμα»: ότι το Λονδίνο επενδύει στη νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ, έστω κι αν αυτό προκαλεί σκεπτικισμό σε Αθήνα και Βερολίνο.
«Το κλειδί για την Ελλάδα είναι να διατηρήσει την ψυχραιμία της και να επενδύσει στις σταθερές της συμμαχίες – ΗΠΑ, Γαλλία, Ισραήλ, Αίγυπτο», αναφέρουν ελληνικές πηγές, προσθέτοντας ότι η Αθήνα οφείλει να ενεργοποιήσει τα θεσμικά της πλεονεκτήματα, όπως τη συμμετοχή της στο ευρωπαϊκό ταμείο SAFE, όπου η ένταξη της Τουρκίας απαιτεί ομοφωνία.
«Έχουμε θέσει ξεκάθαρο όρο: άρση του casus belli. Αν το κάνει η Τουρκία, θα είναι μετά από παζάρι – πιθανότατα διμερές», προσθέτουν χαρακτηριστικά.
Το ευρύτερο πλαίσιο – Από τον αναθεωρητισμό στην εξομάλυνση
Η Άγκυρα, τονίζουν οι ίδιες πηγές, επιχειρεί να χτίσει δίκτυα μέσα στην Ευρώπη μέσω του ΗΒ, παρουσιάζοντας το αφήγημα μιας «ήρεμης και συνεργάσιμης» δύναμης.
Παράλληλα, διευρύνει την επιρροή της μέσω της αμυντικής βιομηχανίας – με εξαγωγές μη επανδρωμένων, τεθωρακισμένων και συστημάτων σε Αφρική και Μέση Ανατολή.
Η νέα συμφωνία ενισχύει αυτό το προφίλ, ενώ της επιτρέπει να εμφανίζεται ως κρίσιμος παράγοντας στις ισορροπίες του ΝΑΤΟ.
«Η ουσία δεν είναι πόσα μαχητικά αποκτά η Τουρκία, αλλά τι διπλωματικά ανταλλάγματα θα διεκδικήσει για να δείξει “καλό πρόσωπο” στη Δύση», καταλήγουν οι πηγές.
Η συμφωνία Βρετανίας – Τουρκίας για τα Eurofighter δεν αλλάζει το στρατιωτικό ισοζύγιο στο Αιγαίο, αλλά αποσκοπεί στο να μεταβάλει το γεωπολιτικό τοπίο.
Αποτελεί μήνυμα εμπιστοσύνης του Λονδίνου προς την Άγκυρα και ταυτόχρονα πρόκληση εγρήγορσης για την Αθήνα, η οποία καλείται να παραμείνει ψύχραιμη, προσανατολισμένη στις σταθερές της συμμαχίες και ενεργή στις ευρωπαϊκές διεργασίες.
Η Ανατολική Μεσόγειος, για ακόμη μία φορά, βρίσκεται στο επίκεντρο ενός σύνθετου ενεργειακού και αμυντικού παζλ, όπου κάθε νέα συμφωνία αποτελεί κομμάτι μιας πολύ ευρύτερης εικόνας ισχύος.
Πηγή: skai.gr

Ακολουθήστε το Agrinio2Day στο Google News


