Η Αμερική αντιμέτωπη με μια τραμπική οικονομική επιβράδυνση

trump ap 6.jpg

Οι επενδυτές και οι οικονομολόγοι έχουν αρχίσει να ανησυχούν ότι η άφιξη του Τραμπ στον Λευκό Οίκο προκαλεί και συμπίπτει με μια περίοδο αδυναμίας για την οικονομία
«Ηχρυσή εποχή της Αμερικής ξεκινά τώρα». Αυτό διακήρυξε ο Ντόναλντ Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου, κατά την πρώτη ομιλία της δεύτερης θητείας του στον Λευκό Οίκο. Στις έξι εβδομάδες που μεσολάβησαν από εκείνη την ημέρα, οι επενδυτές και οι οικονομολόγοι έχουν αρχίσει να ανησυχούν ότι επίκειται μια λιγότερο αισιόδοξη εξέλιξη – ότι η άφιξή του στον Λευκό Οίκο προκαλεί και συμπίπτει με μια περίοδο αδυναμίας για την αμερικανική οικονομία, όπως αναφέρει ο Economist.

Επί του παρόντος, τέτοιου είδους ανησυχίες αποτυπώνονται στις οικονομικές έρευνες και όχι σε αυτά καθεαυτά τα οικονομικά στοιχεία, τα οποία διατηρούν τη δυναμική που καταγράφεται από πέρυσι.

Οι Αμερικανοί ωστόσο είναι πιο απαισιόδοξοι. Ο δείκτης καταναλωτικού κλίματος του πανεπιστημίου του Μίσιγκαν, που παρακολουθείται πολύ προσεκτικά, «βυθίστηκε» τον Φεβρουάριο στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2023.

Ο δείκτης των προσδοκιών των καταναλωτών, του οργανισμού επιχειρηματικών ερευνών Conference Board, κατέγραψε παρόμοια απότομη πτώση τον προηγούμενο μήνα, υποχωρώντας σε ένα επίπεδο που υποδηλώνει επερχόμενη συρρίκνωση της οικονομίας.

Οι Αμερικανοί πολίτες φαίνεται να ανησυχούν πολύ για το ενδεχόμενο ανάκαμψης του πληθωρισμού, μια ανησυχία που απορρέει από την «όρεξη» του κ. Τραμπ να επιβάλλει δασμούς. Η πιο πρόσφατη δέσμευσή του είναι ότι από τις 4 Μαρτίου θα επιβάλλει δασμούς 25% στις εισαγωγές αγαθών από τον Καναδά και το Μεξικό και επιπλέον 10% στις εισαγωγές προϊόντων από την Κίνα.

Αυτές οι ανησυχίες ίσως έχουν ήδη αρχίσει να πλήττουν τη συμπεριφορά των καταναλωτών. Οι λιανικές πωλήσεις στις ΗΠΑ τον Ιανουάριο ήταν απρόσμενα αδύναμες, με τις καταναλωτικές δαπάνες να καταγράφουν μείωση κατά 0,5% σε πραγματικούς όρους σε σχέση με έναν μήνα νωρίτερα, που είναι η μεγαλύτερη μηνιαία πτώση που έχει σημειωθεί σε διάστημα σχεδόν τεσσάρων ετών.

Μικρές «ρωγμές» παρατηρούνται επίσης στην αγορά εργασίας: οι αρχικές αιτήσεις για επιδόματα ανεργίας αυξήθηκαν στις 242.000 την προηγούμενη εβδομάδα, αριθμός που είναι ο υψηλότερος από τον Οκτώβριο του 2024.

Οι επενδυτές διαβλέπουν αυτό το ζοφερό κλίμα. Το χρηματιστήριο σημείωσε έντονη άνοδο μετά την εκλογική νίκη του Τραμπ, αντλώντας ώθηση από την ατζέντα του για απορρύθμιση και μείωση των φόρων. Πρόσφατα, ωστόσο, η αγορά κατέγραψε πτώση, υποχωρώντας κατά 2% τον προηγούμενο μήνα.

Ένας δείκτης υψηλής συχνότητας για την αύξηση του ΑΕΠ, που δημοσίευσε το υποκατάστημα της Federal Reserve στην Ατλάντα, υποδηλώνει επίσης ότι το πρώτο τρίμηνο του 2025 η οικονομία συρρικνώθηκε κατά 1,5%, ανατρέποντας απότομα το κλίμα που επικρατούσε μόλις λίγες εβδομάδες νωρίτερα. (Δεδομένου ότι είναι ακόμα νωρίς για τα οικονομικά στοιχεία του τριμήνου, η εκτίμηση για το ΑΕΠ είναι επί του παρόντος εξαιρετικά ανακριβής και μεταβλητή).

Τα παραπάνω δεν οφείλονται όμως μόνο στον κ. Τραμπ. Προφανέστατα, ο οικονομικός αντίκτυπος των πολιτικών που ακολουθεί μόλις και μετά βίας θα μπορούσε να έχει γίνει αισθητός. Η οικονομία επηρεάζεται επίσης από πολλούς άλλους παράγοντες, όχι μόνο από το οικονομικό πρόγραμμα του ενοίκου του Λευκού Οίκου.

Η αγορά ακινήτων, ένας καθοριστικός παράγοντας για την υγεία της οικονομίας, βρίσκεται υπό πίεση λόγω των υψηλών επιτοκίων. Τον Ιανουάριο οι εκκρεμείς πωλήσεις κατοικιών υποχώρησαν στο χαμηλότερο επίπεδο από το 2001, χρονιά κατά την οποία η Εθνική Ένωση Μεσιτών ξεκίνησε να συλλέγει σχετικά δεδομένα.

Ένας άλλος παράγοντας που «θολώνει» τα ευρήματα της έρευνας είναι η πολιτική: οι ερωτηθέντες που προσδιορίζονται ως Δημοκρατικοί είναι πιο απαισιόδοξοι από ό,τι οι Ρεπουμπλικανοί που τα βλέπουν όλα πιο θετικά, μια εικόνα που έχει αντιστραφεί πλήρως σε σύγκριση με την εποχή που βρισκόταν στην εξουσία ο Τζο Μπάιντεν.

Εκτός από τις παραπάνω ενδείξεις, υπάρχουν και κάποιοι παράγοντες που ξεχωρίζουν, και κυρίως υποδηλώνουν ότι τους επόμενους μήνες οι ανησυχίες θα ενταθούν.

Ακόμα κι αν ο Τραμπ αναβάλει και πάλι την επιβολή δασμών στον Καναδά και το Μεξικό, όπως έκανε πριν από έναν μήνα, φαίνεται αποφασισμένος να αυξήσει όντως τους δασμούς σε φίλους και εχθρούς – καταδεικνύοντας μια πιο επιθετική διάθεση να εντείνει τον προστατευτισμό σε σχέση με την πρώτη θητεία του στην προεδρία.

Και καθώς η αύξηση των τιμών θα πλήξει την κατανάλωση και τη μεταποίηση, οι δασμοί του θα μπορούσαν να μειώσουν κατά 0,5% τον ρυθμό ανάπτυξης της Αμερικής, σύμφωνα με τους αναλυτές της Morgan Stanley.

Οι δείκτες αβεβαιότητας που αφορούν την εμπορική πολιτική έχουν σημειώσει επίσης άνοδο, που σημαίνει ότι οι επιχειρήσεις ενδεχομένως να περιορίσουν τις επενδύσεις τους.

Πολλοί επενδυτές εξακολουθούν να ελπίζουν ότι ο κ. Τραμπ θα μειώσει τους φόρους και θα εξαλείψει τη γραφειοκρατία. Ωστόσο, η ισορροπία κινδύνου φαίνεται να αλλάζει.

Το σχέδιο προϋπολογισμού που εγκρίθηκε από τους Ρεπουμπλικάνους στη Βουλή των Αντιπροσώπων στις 25 Φεβρουαρίου θα παρατείνει τις περισσότερες από τις φορολογικές ελαφρύνσεις που είχε εφαρμόσει ο κ. Τραμπ το 2017, αν και δεν περιέχει πολλές λεπτομέρειες. Αυτή η δημοσιονομική πολιτική θα διατηρήσει το τεράστιο έλλειμμα των ΗΠΑ -που κυμαίνεται περίπου στο 7% του ΑΕΠ- χωρίς να προσφέρει ιδιαίτερη ώθηση στην οικονομία.

Εν τω μεταξύ, οι προσπάθειες του Ίλον Μασκ και της Υπηρεσίας Κυβερνητικής Αποτελεσματικότητας να περιορίσουν το μέγεθος του δημοσίου τομέα δημιουργούν ένα χαοτικό κλίμα. Οι μέχρι τώρα κινήσεις συρρίκνωση του Δημοσίου φαίνεται να επιφέρουν μικρή εξοικονόμηση, αλλά ταυτόχρονα εκτεταμένα προβλήματα στη λειτουργία κυβερνητικών οργανισμών που ασχολούνται από τη διαχείριση των εθνικών πάρκων μέχρι την παροχή κοινωνικών υπηρεσιών.

Ορισμένες ευρύτερες τάσεις που καταγράφονται μπορεί επίσης να επηρεάσουν αρνητικά τους στόχους του Τραμπ. Οι καταναλωτές έχουν εξαντλήσει πλέον τα χρήματα που είχαν εξοικονομήσει κατά τη διάρκεια της πανδημίας του Covid-19, επομένως ίσως χρειαστεί να αρχίσουν και πάλι να αποταμιεύουν πιο συνειδητά, γεγονός που θα μειώσει επίσης τις καταναλωτικές δαπάνες.

Επιπλέον, οι απίστευτα υψηλές αποτιμήσεις των μετοχών των αμερικανικών εταιρειών, ειδικά των τεχνολογικών κολοσσών που έχουν εκτιναχθεί τα τελευταία χρόνια, είναι ευάλωτες σε διορθώσεις – κάτι που θα μπορούσε να βλάψει περαιτέρω το καταναλωτικό και επιχειρηματικό κλίμα.

Τέλος, η αγορά ακινήτων θα παραμείνει υπό πίεση όσο τα επιτόκια των στεγαστικών δανείων φλερτάρουν με το επίπεδο του 7%, το οποίο δεν απέχει πολύ από τα υψηλά των τελευταίων δύο δεκαετιών.

Ανεξάρτητα από το ποιος βρίσκεται στην εξουσία, όλοι οι παραπάνω παράγοντες προμηνύουν βραδύτερη ανάπτυξη. Αλλά έχοντας έναν επιθετικό και αλλοπρόσαλλο υπέρμαχο του προστατευτισμού στον Λευκό Οίκο, η επιβράδυνση μπορεί να έρθει νωρίτερα και να είναι εντονότερη.

Πηγή: skai.gr



googlenews

Ακολουθήστε το Agrinio2Day  στο Google News


zenith