Σπήλιος Λιβανός: Η Ελλάδα πιστεύει στον διάλογο, αλλά δεν ανέχεται την παραμικρή απειλή στα σύνορά της
Ο αντιπρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του ΝΑΤΟ, βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας της Νέας Δημοκρατίας κ. Σπήλιος Λιβανός, μίλησε στο webinar που διοργάνωσε σήμερα το Κέντρο Διεθνών Στρατηγικών Αναλύσεων, με θέμα: «Ο αναθεωρητισμός της Τουρκίας 100 χρόνια μετά τη Μικρασιατική καταστροφή».
Στην ομιλία του, ο κ. Λιβανός επισήμανε μεταξύ άλλων, ότι η Ελλάδα πιστεύει στο διάλογο, αλλά δεν ανέχεται την παραμικρή απειλή στα σύνορα της και είναι έτοιμη για όλα αν απειληθεί σε οποιοδήποτε μέτωπο, θάλασσα, γη και αέρα ή αμφισβητηθεί από τον όποιον-δήποτε έστω και μία σπιθαμή ελληνικής γης. Θέσεις, απολύτως αποδεκτές στο μεγαλύτερο μέρος του δυτικού κόσμου». Κατηγόρησε, δε, την Τουρκία ότι επιδιώκει να ανατρέψει ένα από τα θεμέλια ειρήνης του προηγούμενου αιώνα, τη Συνθήκη της Λωζάνης, η οποία επακολούθησε της Μικρασιατικής Καταστροφής, οριοθέτησε σειρά ζητημάτων μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, θεμελίωσε την ειρήνη μεταξύ των δύο λαών, ρύθμισε τα ζητήματα της ανταλλαγής πληθυσμών, και ταυτόχρονα οριστικοποίησε το καθεστώς των νησιών του Αιγαίου..
«Η Μικρασιατική καταστροφή, ο ξεριζωμός των Ελλήνων από τις πατρογονικές εστίες χιλιάδων ετών, ήταν αποτέλεσμα του εσωτερικού διχασμού. Της έριδας ανάμεσα στους βενιζελικούς και τους υποστηρικτές του Κωνσταντίνου. Η Ελλάς, μολονότι γεωγραφικά μειώθηκε, εν πολλοίς κέρδισε αφού μέσω των όσων πρόσφεραν οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, ενισχύθηκε, μεγάλωσε, ωρίμασε. Έγινε αυτό που είναι σήμερα. Είναι χρέος όλων μας, να αποφύγουμε το διχασμό αυτό και απέναντι στις μεγάλες απειλές να είμαστε ενωμένοι σαν μια γροθιά. Εάν το εθνικό είναι μέτωπο είναι αρραγές, έχουμε αποδείξει ότι δεν φοβόμαστε τίποτα και ότι είμαστε ικανοί για μεγάλα πράγματα», σημείωσε ο βουλευτής Αιτωλοακαρνανίας.
Ολόκληρη η ομιλία του κ. Λιβανού
«Κυρίες και κύριοι,
100 χρόνια μετά την τραγωδία της Μικρασιατικής καταστροφής οι συνθήκες στην νοτιοανατολική πλευρά του Αιγαίου είναι πολύ διαφορετικές από τότε.
Η Ελλάδα ενσωμάτωσε με επιτυχία τους εκδιωχθέντες πρόσφυγες μετά την γενοκτονία του ‘22.
Σεβάστηκε και σέβεται την μουσουλμανική μειονότητα που ανθεί στη Θράκη και προστατεύει τα ανθρώπινα δίκαιώματα και τις θρησκευτικές ελευθερίες σε όλη την επικράτεια.
Βρέθηκε στην σωστή πλευρά της ιστορίας σε όλες τις δύσκολες παγκόσμιες στιγμές.
Από την 10ετία του ‘60 έκανε μία σαφή επιλογή, απολύτως ορθή και εντάχθηκε στον δυτικό άξονα σκέψης, ζωής και πολιτικής.
Πέρασε μέσα από τις περιπέτειες του εμφυλίου και της χούντας και βγήκε πιο σοφή και δυνατή φιλελεύθερη δημοκρατία.
Σήμερα είναι μία ώριμη, σύγχρονη, ευρωπαϊκή δημοκρατία, που από το 1981 πορεύεται ως ισότιμο μέλος της ευρωπαΐκής ένωσης και τα τελευταία τρία χρόνια αναλαμβάνει ηγετικές πρωτοβουλίες στους κόλπους της σημαντικότερης φιλελεύθερης δημοκρατικής συμμαχίας της ιστορίας μας.
Σέβεται απόλυτα το διεθνές δίκαιο, τις διεθνείς συνθήκες και επιζητά ειρηνική συνύπαρξη με την Τουρκία, στηρίζοντας ανοιχτά την ευρωπαΐκή της προοπτική και αποδεχόμενη μία και μόνη διαφορά μαζί της, αυτή της οριοθέτησης της υφαλοκρηπίδας.
Η Ελλάδα πιστεύει στο διάλογο, αλλά δεν ανέχεται την παραμικρή απειλή στα σύνορα της και είναι έτοιμη για όλα αν απειληθεί σε οποιοδήποτε μέτωπο, θάλασσα, γη και αέρα ή αμφισβητηθεί από τον όποιον-δήποτε έστω και μία σπιθαμή ελληνικής γης. Θέσεις, απολύτως αποδεκτές στο μεγαλύτερο μέρος του δυτικού κόσμου.
Έχει καταφέρει να διαμορφώσει ένα πλέγμα διμερών και πολυμερών σχέσεων και να καταστεί εγγυήτρια της ειρήνης και της αναπτυξιακής προοπτικής της ΝΑ Μεσογείου μέσα από την αξιοπιστία της – που ενισχύθηκε σημαντικά από την σαφή επιλογή στήριξης της Ουκρανίας – και την άμεση , δίχως αστερίσκους, καταδίκη της του αναθεωρητισμού και επεκτατισμού της Ρωσσίας.
Η Τουρκία, από τη μεριά της, δεν βρέθηκε στη σωστή μεριά της ιστορίας τις περισσότερες φορές που κλήθηκε να επιλέξει.
Έχει διανύσει κάποια βήματα προόδου, κυρίως στα αναπτυξιακά ζητήματα, όμως παραμένει ένα αυταρχικό σύστημα, που φιμώνει την αντίθετη γνώμη και τον ελεύθερο τύπο, φυλακίζει πολιτικούς και κοινωνικούς αντιπάλους, καταπιέζει μειονότητες & ανθρώπινα ή θρησκευτικά δικαιώματα και αμφισβητεί έμπρακτα τις διεθνείς συνθήκες που έχει υπογράψει μη αποδεχόμενη το διεθνές δίκιο.
Ζητά προκλητικά αναθεώρηση των συνόρων και εμπλέκεται σε επεκτατικούς πολέμους, χωρίς ποτέ να έχει κάνει την αυτοκριτική της για διεθνή εγκλήματα και γενοκτονίες που έχει διαπράξει.
Δεν σέβεται τις συμμαχίες της και τα τελευταία χρόνια επιστρέφει ολοταχώς προς την Ανατολή, τον δεσποτισμό, τον αυταρχισμό και τον αναθεωρητισμό.
Απέναντι στην Ελλάδα ασκεί μία επιθετική, επεκτατική ρητορική, χωρίς να σέβεται σχέσεις καλής γειτονίας, συμμαχία στο ΝΑΤΟ, το status-quo στο Αιγαίο.
Επιλέγει να καταστεί επικυρίαρχος μέσα από μία διμερή διαπραγμάτευση αγνοώντας την πραγματικότητα, την ιστορία, το διεθνές δίκιο και τελικά την ίδια τη Δύση και τις επιλογές της.
Ο βασικός στόχος του προέδρου Ερντογάν – όπως τον αντιλαμβάνομαι προσωπικά – είναι να αναμετρηθεί με την ιστορία, επιδιώκοντας να ξεπεράσει τον Κεμάλ Ατατούρκ σε έναν άτυπο ανταγωνισμό για το ποιος είναι ο σημαντικότερος πατερούλης – σουλτάνος της σύγχρονης Τουρκίας. Θέλει να αποδείξει ότι είναι ο ηγέτης μίας περιφερειακής, αυτοκρατορικής δύναμης.
Πως ακριβώς αντιλαμβάνεται αυτή την αυτοκρατορία του; Με την πρόκληση διεκδικητικών εντάσεων προς 4 κατευθύνσεις :
1. Δυτικά, εις βάρος της Ελλάδας στο Αιγαίο και την Θράκη με σαφή προοπτική την επικυριαρχία στα Βαλκάνια.
2. Προς την Μεσόγειο και την Βόρειο Αφρική, επιβάλλοντας την παράνομη νομή και κατοχή της ανεξάρτητης ευρωπαΐκής Κύπρου, διεκδικώντας ρόλο ηγέτου στην προβληματική Λιβύη και επιτιθέμενος στα ζωτικά συμφέροντα της Αιγύπτου.
3. Νοτιοανατολικά, διεκδικεί ηγετική θέση επί των αραβικών πληθυσμών της περιοχής, στραγγαλίζοντας τους Κούρδους και εισχωρώντας σε Ιράκ και Συρία.
4. Ανοίγεται βορειοδυτικά, χτίζοντας μια ειδική σχέση με το Πακιστάν, συνεργασία με το Ιράν και κυριαρχία στον Καύκασο.
Σε αυτή τη λογική, η γείτονα χώρα επιδιώκει να ανατρέψει ένα από τα θεμέλια ειρήνης του προηγούμενου αιώνα, τη Συνθήκη της Λωζάνης, η οποία επακολούθησε της Μικρασιατικής Καταστροφής, οριοθέτησε σειρά ζητημάτων μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας, θεμελίωσε την ειρήνη μεταξύ των δύο λαών, ρύθμισε τα ζητήματα της ανταλλαγής πληθυσμών, και ταυτόχρονα οριστικοποίησε το καθεστώς των νησιών του Αιγαίου.
Η αποδοχή της Συνθήκης αυτής άλλωστε τα αμέσως επόμενα χρόνια και από τις δύο χώρες, ήταν και ο λόγος που αμέσως μετά την τραγωδία της Μικρασιατικής Καταστροφής υπήρξε βελτίωση των σχέσεων μεταξύ των δύο λαών, που έφθασε μέχρι και την υπογραφή του συμφώνου φιλίας το 1930.
Ταυτόχρονα, δε, η συνθήκη της Λωζάνης ήταν και η συνθήκη με την οποία οι νικήτριες δυνάμεις του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου επέβαλαν τους όρους τους στην ηττημένη, λόγω της συμμετοχής της στο πλευρό των δυνάμεων της Γερμανίας, Τουρκίας. Πρόκειται, λοιπόν, για μια συνθήκη-ορόσημο, η οποία ρύθμισε σειρά ζητημάτων στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, κυρίως, δε, ρύθμισε οριστικά και αμετάκλητα το εδαφικό καθεστώς των νησιών του Αιγαίου. Σε αυτό συνέβαλε και η Συνθήκη των Παρισίων του 1947, με την οποία αποκτήσαμε τα Δωδεκάνησα.
Αυτό το status quo της Λοζάνης, έρχεται σήμερα να αμφισβητήσει εμπράκτως η Τουρκία. Οι ανιστόρητες θεωρίες περί γαλάζιας πατρίδας, ο τουρκικός εθνικισμός, οι απροκάλυπτες απειλές ότι θα έρθουν ξαφνικά ένα βράδυ, η αισχρή και ανήθικη εργαλειοποίηση των μεταναστών, όπως έδειξε και η πρόσφατη ιστορία με τους 92 πρόσφυγες που ξεγύμνωσαν στον Έβρο, είναι όλα τμήματα ενός ευρύτερου ψηφιδωτού. Με στόχο την αναβίωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και την ανάκτηση εδαφών τα οποία απώλεσε αιώνες πριν.
Και εάν πριν τον Φεβρουάριο αυτά τα θεωρούσαμε ρητορικές εξάρσεις, προοριζόμενες για εσωτερική πολιτική κατανάλωση, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και η δια της βίας αλλαγή συνόρων, απέδειξε ότι πλέον ζούμε σε μια εποχή όπου όλα είναι πιθανά. Σε μια εποχή όπου το διεθνές σύστημα εξουσίας αμφιταλαντεύεται, προκειμένου να ισορροπήσει. Δεν χρειάζεται νομίζω να επισημάνω ότι κατά τη διάρκεια αυτής της ταλάντευσης όλοι θα πρέπει να είμαστε σε επιφυλακή.
Από τη μια είναι ο δυτικός κόσμος, εκπροσωπούμενος από τη συμμαχία της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, με ηγέτιδα δύναμη τις ΗΠΑ και από την άλλη οι αναθεωρητικές δυνάμεις της Ανατολής, η Ρωσία, η Κίνα, η Ινδία και η Τουρκία. Με την Μόσχα να έχει ήδη εισβάλλει στην Ουκρανία και το Πεκίνο στο πρόσφατο συνέδριο του Κομμουνιστικού Κόμματος να εξαγγέλλει την επιθυμία για ανατροπή του status quo στο ζήτημα της Ταϊβάν, δημιουργούνται εκρηκτικές συνθήκες παγκοσμίως. Στην Ανατολική Μεσόγειο, αυτό τον αναθεωρητισμό εκφράζει η Άγκυρα.
Βεβαίως, την ίδια στιγμή αγνοεί ότι ο ελληνικός στρατός στα νησιά αποτελεί απάντηση, νόμιμη κατ’ άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, στην παρουσία μιας ολόκληρης στρατιάς στην Μικρά Ασία, η οποία ως κύριο στόχο έχει την απόβαση στα νησιά του Αιγαίου.
Απέναντι στην τουρκική προπαγάνδα, η Ελληνική Κυβέρνηση έχει αντιτάξει μια αρραγή εξωτερική πολιτική, στην οποία κυρίαρχο ρόλο διαδραματίζει η διαρκής ενημέρωση των φίλων και συμμάχων μας για τα όσα ανιστόρητα και επικίνδυνα ισχυρίζεται η Άγκυρα. Το Υπουργείο Εξωτερικών επιδίδεται σε διπλωματικό μαραθώνιο ώστε να παρουσιάσει τις ελληνικές θέσεις, τους ελληνικούς χάρτες, που αποδεικνύουν τα εξόφθαλμα ψεύδη της Άγκυρας και τον ωμό επεκτατισμό της. Σε όλα τα διεθνή φόρα καταγγέλλουμε με πάθος τις τουρκικές ανακρίβειες, φθάνοντας και ορισμένες φορές σε συγκρούσεις με τους τούρκους αξιωματούχους, όπως συνέβη και κατά την πρόσφατη συνεδρίαση της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης του ΝΑΤΟ στην Κωνσταντινούπολη μεταξύ εμού και του Τούρκου Υπουργού Άμυνας Χουλουσί Ακάρ.
Ταυτόχρονα, απαντάμε με σφυρηλάτηση ισχυρών διπλωματικών δεσμών. Η εμβάθυνση της ελληνοαμερικανικής συνεργασίας, της ελληνογαλλική συμφωνία άμυνας, η οριοθέτηση θαλάσσιων ζωνών με την Αίγυπτο, ο άξονας Αθήνα-Τελ Αβίβ, λειτουργούν ως μια πανίσχυρη γραμμή άμυνας απέναντι στην Τουρκική επιθετικότητα. Παράλληλα, οι ευρωπαίοι σύμμαχοι μας στην ΕΕ αποκρούουν σωρηδόν τις ανιστόρητες θέσεις της Τουρκίας ενώ και στην στρατιωτική συμμαχία του ΝΑΤΟ υπάρχει πλέον μια έντονη δυσαρέσκεια ως προς την Τουρκία, μια χώρα δήθεν σύμμαχο η οποία αρνείται να συμμετάσχει στα οικονομικά μέτρα, δημιουργεί προσκόμματα στην εισδοχή Σουηδίας και Τουρκιας στη Συμμαχία, κλείνει το μάτι στη Μόσχα και αναπτύσσει ολοένα και στενότερη οικονομική συνεργασία με το Κρεμλίνο. Πέρα από τους S-400, που είχαν και ως συνέπεια την αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα παραγωγής των F-35, και οι πρόσφατες ανακοινώσεις για την κατασκευή δεύτερου πυρηνικού εργοστασίου στην Τουρκία αποδεικνύουν ότι η Άγκυρα κοιτά περισσότερο προς την Ανατολή παρά προς τη Δύση.
Η κύρια δύναμη αποτροπής, όμως, απέναντι στην Άγκυρα ήταν, είναι και θα είναι οι ένοπλες δυνάμεις μας. Οι γυναίκες και οι άνδρες μας, οι οποίοι με το απαράμιλλο σθένος και κουράγιο τους, διαφυλάσσουν την εθνική κυριαρχία.
Πλέον, διαθέτουν και εξαιρετικά σύγχρονο στρατιωτικό εξοπλισμό. Με σύνεση, τηρώντας τα δημοσιονομικά περιθώρια, η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη έχει δρομολογήσει μεγάλα εξοπλιστικά προγράμματα, ορισμένα εκ των οποίων υλοποιούνται ήδη;. Τα πρώτα Ραφάλ σκίζουν τους αιθέρες του Αιγαίου, δημιουργώντας υπεροπλία, ενώ αναμένονται και οι Belhara, ώστε το Πολεμικό Ναυτικό να ενισχυθεί ακόμα περισσότερο.
Κλείνοντας, θα ήθελα να αναδείξω το εξής. Η Μικρασιατική καταστροφή, ο ξεριζωμός των Ελλήνων από τις πατρογονικές εστίες χιλιάδων ετών, ήταν αποτέλεσμα του εσωτερικού διχασμού. Της έριδας ανάμεσα στους βενιζελικούς και τους υποστηρικτές του Κωνσταντίνου. Η Ελλάς, μολονότι γεωγραφικά μειώθηκε, εν πολλοίς κέρδισε αφού μέσω των όσων πρόσφεραν οι πρόσφυγες της Μικράς Ασίας, ενισχύθηκε, μεγάλωσε, ωρίμασε. Έγινε αυτό που είναι σήμερα. Είναι χρέος όλων μας, να αποφύγουμε το διχασμό αυτό και απέναντι στις μεγάλες απειλές να είμαστε ενωμένοι σαν μια γροθιά. Εάν το εθνικό είναι μέτωπο είναι αρραγές, έχουμε αποδείξει ότι δεν φοβόμαστε τίποτα και ότι είμαστε ικανοί για μεγάλα πράγματα.
Σας ευχαριστώ».