Πεθαίνοντας στη Μεσόγειο: Τα διεθνή Μέσα για την τραγωδία
Από την πρώτη στιγμή, η είδηση του πολύνεκρου ναυαγίου ανοιχτά της Πύλου κάνει τον γύρο του κόσμου. Όλα τα διεθνή δίκτυα, με συνεχείς ανταποκρίσεις, εκτενή ρεπορτάζ μεταφέρουν τις τελευταίες εξελίξεις στρέφοντας το βλέμμα τους στα “γιατί” της τραγωδίας.
«Είναι μία τραγωδία η οποία θυμίζει τη Λαμπεντούζα, την τραγωδία που συνέβη στις ιταλικές ακτές το 2013 και είχαν σκοτωθεί τουλάχιστον 300 άνθρωποι. Εδώ μιλάμε για μία τραγωδία που μπορεί να ξεπεράσει τους νεκρούς της Λαμπεντούζα», σημείωνε η ανταποκρίτρια του γαλλόφωνου France 24. «Πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους δεν μπορούν να κολυμπήσουν επομένως βρίσκονται σε πολύ δεινή θέση εάν βρεθούν στο νερό» υπογράμμιζε από την πλευρά του ο ανταποκριτής του βρετανικού Sky News.
Την ίδια ώρα, τα διεθνή πρακτορεία επιμένουν στο γεγονός το αλιευτικό σκάφος ήταν ασφυκτικά γεμάτο, ότι κανείς δεν φορούσε σωσίβιο και ότι όσοι βρίσκονταν στα αμπάρια του, γυναίκες και παιδιά, παρασύρθηκαν στον θάνατο. Ειδικότερα, η ανταποκρίτρια του αμερικανικού CNN σημείωνε πως «μέχρι στιγμής οι 104 άνθρωποι που έχουν διασωθεί είναι όλοι άνδρες. Δεν υπάρχουν ούτε γυναίκες ούτε παιδιά ανάμεσά τους» ενώ, από την πλευρά του ο ανταποκριτής του βρετανικού δικτύου BBC υπογράμμιζε πως «μαθαίνουμε ότι ίσως περίπου 100 παιδιά με τις μητέρες τους ήταν μέσα στο σκάφος, στα ύφαλα του πλοίου όταν βυθίστηκε».
Από την πλευρά του, ο βρετανικός The Guardian με νέο του δημοσίευμα με τίτλο «Το ναυάγιο στην Ελλάδα εκθέτει τη θανάσιμη αποτυχία της Ευρώπης» υπογραμμίζει πως η θαλάσσια οδός μέσω της κεντρικής Μεσογείου γίνεται ολοένα και πιο επικίνδυνη ενόσω οι διαφωνίες και οι διχασμοί για τη δημιουργία ασφαλών διαδρομών παραμένουν. Σημειώνει δε, ότι περίπου 27.000 άνθρωποι που προσπάθησαν να διασχίσουν τη Μεσόγειο έχουν καταγραφεί είτε ως νεκροί είτε και ως αγνοούμενοι από το 2014 με τις 21.000 θανάτους να έχουν καταγραφεί στην θαλάσσια οδό από τη Λιβύη ή την Τυνησία προς την Ελλάδα ή την Ιταλία.
Σε ρεπορτάζ του το αμερικανικό ABC News προσθέτει ότι «αυτά τα επικίνδυνα ταξίδια απόγνωσης στη Μεσόγειο αυξάνουν το τελευταίο χρονικό διάστημα» με τον ανταποκριτή του BBC να εξηγεί στο ρεπορτάζ του από το λιμάνι της Καλαμάτας ότι «η ανησυχία αφορά το γεγονός ότι όσο ο καιρός θα συνεχίσει να παραμένει καλός και όσο πλησιάζουμε προς την καρδιά του καλοκαιριού περισσότεροι άνθρωποι παρά αυτή την τραγωδία θα τολμήσουν αυτό το επικίνδυνο ταξίδι».
«Η Ελλάδα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της μεταναστευτικής κρίσης από το 2015 όταν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι από τη Μέση Ανατολή, την Ασία και την Αφρική ταξίδεψαν χιλιάδες μίλια με τη ελπίδα να λάβουν άσυλο» αναφέρει το Politico υπογραμμίζοντας ότι «ο Ύπατος Αρμοστής του ΟΗΕ κάλεσε τις κυβερνήσεις να συνεργαστούν μεταξύ τους προκειμένου να βρουν συλλογικές λύσεις για την αντιμετώπιση αυτών των ροών».
Το μέγεθος της τραγωδίας αποτύπωσε χθες, Πέμπτη, η γαλλική εφημερίδα La Liberation με πρωτοσέλιδο τίτλο «Το νεκροταφείο τους» για τους χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες που στοιβάζονται σε μία βάρκα για ένα καλύτερο μέλλον και που δεν φτάνουν ποτέ σε στεριά. «Για πόσο ακόμα θα ανεχόμαστε να πνίγονται παιδιά, γυναίκες και άνδρες ενώ προσπαθούν πάση θυσία να ξεφύγουν από την πείνα, τη μιζέρια και τη βία και να αναζητήσουν καταφύγιο στην Ευρώπη; Πώς μπορούμε, ενώ κοιτάζουμε τον εαυτό μας στον καθρέφτη κάθε πρωί, να επιμένουμε να κλείνουμε τα σύνορα της Ευρώπης γνωρίζοντας ότι, αυτό ακριβώς το “κλείσιμο” ωθεί τους μετανάστες να παρακάμψουν τα εμπόδια και να ακολουθήσουν πιο επικίνδυνες διαδρομές;» έγραφε η διευθύντρια σύνταξης της εφημερίδας.
«Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους: 6.500 άνθρωποι έχουν φτάσει στην Ελλάδα, φέτος, μέσω θαλάσσης σύμφωνα με τα Ηνωμένα Έθνη αλλά περίπου 54.000 έχουν φτάσει στην Ιταλία» ανέφερε στο δικό του ρεπορτάζ το Al Jazeera.
Σύμφωνα με την Υπηρεσία Μετανάστευσης των Ηνωμένων Εθνών το 2022 ήταν το πιο θανατηφόρο έτος για τους μετανάστες που ξεκινούσαν το ταξίδι της απελπισίας από τη Μέση Ανατολή και τη βόρεια Αφρική. Σχεδόν 3.800 άνθρωποι έχουν χάσει τη ζωή τους με τον συγκεκριμένο αριθμό να είναι ο υψηλότερος από 2017 ενώ από το 2021 καταγράφεται αύξηση ύψους 11%.
Πηγή: skai.gr