«Οι Οινιάδες στα χρόνια του Εθνικού Ξεσηκωμού το 1821»

eapanastasi 1821 mk

Η περιοχή των σύγχρονων Οινιαδών, έπαιξε σημαντικό ρόλο στα γεγονότα του Εθνικού Ξεσηκωμού. Προτού προχωρήσουμε χρειάζεται να διευκρινιστεί ότι η ευρύτερη περιοχή των σύγχρονων Οινιαδών συνενώθηκε μόλις το 1999 απο την Ένωση των κοινοτήτων που μέχρι πρότινος απάρτιζαν τον Ακαρνανικό Δήμο Οινιάδος με έδρα την Κατοχή και των κοινοτήτων που απάρτιζαν τον Αιτωλικό Δήμο Παραχελωίτιδος με έδρα το Νεοχώρι.

Η συνένωση ήρθε ως αποτέλεσμα της γεφύρωσης του Αχελώου και της υπερκέρασης των φυσικών εμποδίων που καθιστούσαν την επικοινωνία εκατέροθεν του ποταμού δύσκολη. Συνεπώς την περίοδο της Επανάστασης η Κατοχή διοικητικό κέντρο του Νότιου Ξηρομέρου και τα χωριά Λεσίνι, Πεντάλοφος που βρίσκονταν στην Ακαρνανική όχθη του Αχελώου υπάγονταν στο Ξηρόμερο και ακολουθούσαν την πορεία της επαρχίας που αποτελούσε έδρα του Ιστορικού Αρματωλικίου και πεδίο έντονης αντιπαράθεσης μεταξύ των αντιμαχόμενων. Αντίστοιχα η Αιτωλική Παραχελωίτιδα με έδρα το Νεοχώρι και που αποτελούνταν απο τα χωριά Γουριά, Μάστρο, Μαγούλα βρίσκονταν εκτεθειμένα στις εχθρικές επιδρομές και προσπάθειες που επιχειρούσαν να κρατήσουν τα περάσματα του Αχελώου και να διακόψουν τις επικοινωνίες μεταξύ των Επαναστατημένων Ελλήνων αλλά και τον ανεφοδιασμό των διάφορων εστιών αντίστασης.

Σε όλη την έκταση όμως των σύγχρονων Οινιαδών, οι κάτοικοι επέδειξαν αυτοθυσία, μαχητικότητα και προσφορά στους εθνικούς αγώνες δίνοντας σπουδαίες μάχες και κρατώντας ζωντανή τη σπίθα της επανάστασης. Ενώ καθοριστική ήταν η συμμετοχή της περιοχής μας και στην άμυνα και την ενίσχυση του Πολιορκημένου Μεσολογγίου. Ας δούμε όμως τα κυριότερα γεγονότα που έλαβαν χώρα στην περιοχή των Οινιαδών ανά κοινότητα:

Κατοχή

Η Κατοχή διοικητικό κέντρο του Νοτίου Ξηρομέρου, κτισμένη σε λόφο στην ακαρνανική όχθη του Αχελώου, ήταν τόπος οχυρός με φρούριο και φυσική οχύρωση εξαιτίας του ποταμού, του δάσους και των ελών που εκτείνονταν στην περιφέρεια της. Παράλληλα ήδη απο το Μεσαίωνα η Κατοχή ήταν εμπορικός κόμβος προσβάσιμος και απο πλωτά μέσα καθώς πέραν του Αχελώου, το Κονταύλακο και μια σειρά καναλιών που ένωναν το Ιόνιο με τη μεγάλη Λίμνη του Λεσινίου εξασφαλίζοντας τις επικοινωνίες και την διακίνηση προσώπων και αγαθών. Ο πλούτος και η στρατηγική σημασία της Κατοχής είχε ως αποτέλεσμα να προτιμηθεί ως τόπος κατοίκησης Προεστών, Οπλαρχηγών αλλά και εύπορων εμπόρων. Αντίστοιχα τα χαρακτηριστικά αυτά δεν διέφυγαν της προσοχής των Οθωμανών που μετά την κατάκτηση της Αιτωλοακαρνανίας, εγκαταστάθηκαν και αυτοί στην Κατοχή και ειδικότερα στην συνοικία του Αγίου Θεοδώρου και ανατολικά αυτής δημιουργόντας δική τους συνοικία. Σύμφωνα με τις γραπτές πήγες που διαθέτουμε απο τα βιβλία ιστορίας, λόγω των οχυρώσεων της η Κατοχή ήταν και τόπος κράτησης Αιχμαλώτων και φύλαξης εφοδίων.

Κατά το ξέσπασμα λοιπόν της Επανάστασης και ειδικότερα κατά τον Ιανουάριο του 1823 έλαβε χώρα η Μάχη της Κατοχής κατά την οποία οι Οπλαρχηγοί Τσόγκας, Χασαπαίοι (Αστακού) και σύσσωμοι οι ντόπιοι πολέμησαν όλοι μαζί έναντι των Τούρκων και τους νίκησαν. Οι εναπομείνταντες Οθωμανοί αιχμαλωτίστηκαν και έπειτα ανταλλάχθηκαν με άλλους ομήρους και οδηγήθηκαν στο Αγρίνιο. Νωρίτερα το 1822 οι απελευθερωτές της Κατοχής Χασαπαίοι είχαν διαπράξει μεγάλο ανδραγάθημα με την κατάληψη ενός πλοίου που εγλωβίστηκε στη μπούκα του κονταύλακου στην έξοδο προς Πεταλά, το λεγόμενο Λιμάνι της Κατοχής, σύμφωνα με τις μαρτυρίες πρόκειται για ένα Τραμπάκουλο με σημαία Φράγκικη που απέπλευσε απο την Πρέβεζα φορτωμένο με τροφές που προορίζονταν για τα Τουρκικά Στρατεύματα που πολιορκούσαν το Μεσολόγγι. Έτσι οι Ξηρομερίτες κατάφεραν να καθυστερήσουν τον ανεφοδιασμό των Τούρκων. Έπειτα έλαβαν χώρα τα δυστυχή γεγονότα της 2 Απριλίου του 1823 όπου ξεκληρίστηκαν στον Αστακό οι Χασαπαίοι ελευθερωτές της Κατοχής από τους Γριβαίους που μάχονταν για την καπετανία του Ξηρομέρου. Η διαμάχη μεταξύ των δυο φατριών και η δολοφονία που συγκλόνισε την περιοχή ώθησε τους οπλαρχηγούς Τσόγκα, Μακρή Βλαχόπουλο και τον επιζήσαντα Δημήτρη Χασάπη να καταδιώξουν το Γρίβα και να τον περικυκλώσουν στα σπίτια του Γουλιμή και στον Πύργο της Κατοχής στις 24 Μαΐου 1823 οπότε και τον πολιορκούν μαχόμενοι λυσσαλέα για 3 μέρες. Κατά την πολιορκεία πυρπολούν την οικία του Γουλιμή και τα παρακείμενα κτίρια μη καταφέρνοντας ωστόσο να πιάσουν τον Γρίβα ο οποίος μέσα σε μια παράτολμη έξοδο μαχόμενος διέφυγε και κίνησε για τον ορεινό βάλτο. Το επεισόδιο αυτό έδωσε την αφορμή στο Γρίβα να συνθέσει και μακρόστιχο τραγούδι όπου εξέφραζε τον πόνο του με αναφορά στο γεγονός και στο σημείο.

Την περίοδο μετά την επανάσταση στον Πύργο κατοίκησε η διάσημη ευνοούμενη του Αλή Πασά, Κυρά Βασιλική Κονταξή καθώς η κυβέρνηση Καποδίστρια της παραχώρησε τον πύργο για κατοικία από το 1830 έως το θάνατο της το 1834. Το όνομα της τελευταίας ιδιοκτήτριας συνυφασμένο με την τοπική συλλογική μνήμη έδωσε και το πιο πρόσφατο όνομα στον πύργο που ονομάζονταν εκ τότε «Κούλια της Κυρά Βασιλικής». Αντίστοιχα τα οχυρά μοναστήρια της Παναγούλας, του Σωτήρα, της Ζωοδόχου Πηγής αλλά και το Ενετικό Μοναστήρι του Αγίου Μάρκου έστελναν μέσω της Λιμνοθάλασσας τρόφιμα και πολεμοεφόδια στο Πολιορκημένο Μεσολόγγι και στις αναγκές του αγώνος γενικότερα. Ο Ενοριακός Ναός και Πολιούχος της Κατοχής, Αη Δημήτρης, πυρπολήθηκε από τους Οθωμανούς κατά την διάρκεια του εθνικού ξεσηκωμού και ξανακτίστηκε αργότερα. Οι λόφοι του Κατσά, ο Πλιέτσικας, ο Τρίκαρδος, το Διώνι και η Χουνοβίνα αποτελούσαν καταφύγια Κλεφτών. Ιδιαίτερα στην Χουνοβίνα βρίσκονταν πολυάριθμα καραούλια – παρατηρητήρια με σημαντικότερο και πιο φημισμένο το καραούλι του Τσέλιου ή Δημοτσέλιου που πήρε τα όνομα του απ τον ξακουστό Οπλαρχηγό του Ξηρομέρου Δήμο Φερεντίνο που χρησιμοποιούσε και διέμενε στο βουνό για μεγάλα διαστήματα με σκοπό την διασφάλιση του απρόσκοπτου εφοδιασμού σε είδη διατροφής και όπλα της νησίδας Λεσίνι στο μέσω του ομώνυμου τότε βάλτου και κατ’ επέκταση σε ολόκληρο το αρματολίκι Ξηρομέρου.

Το Διόνι υπήρξε καταφύγιο αμάχων, στρατόπεδο του Αρχιστράτηγου Τσώρτς που διέθετε ταμπούρια, καραούλια και πυροβολεία ακόμη και τόπος ναυμαχίας μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων (καθώς χρησίμευε στην υπεράσπιση και εποπτεία της θαλάσσιας διόδου του Ιονίου και του δέλτα του Αχελώου) την 21 Νοεμβρίου 1825 γνωστής και ως Ναυμαχίας του Δραγαμέστου ή Ναυμαχίας των Πυρπολικών, που έλαβε χώρα στα νησιά ανάμεσα απο το Διόνι και τον Αστακό. Η νίκη του ελληνικού στόλου σ ́αυτή τη Ναυμαχία ήταν σημαντική, καθότι επετεύχθη ο ανεφοδιασμός του Μεσολογγίου με τα απαραίτητα προς σίτιση και, οι πολιορκούμενοι εντός του, έλαβαν θάρρος να συνεχίσουν τον αγώνα. Κλείνοντας είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι κατά την περίοδο της επανάστασης και κατά το πέρας αυτής στην Κατοχή διέμειναν επί μακρόν ή εγκαταστάθηκαν πλήθος ιστορικών μορφών και προσωπικοτήτων που βρίσκονται πλέον στο πάνθεον των Ηρώων της Παλιγεννεσίας.

Νεοχώρι

Ο Οικισμός του Νεοχωρίου πυρπολήθηκε κατά το ξέσπασμα της επανάστασης αλλά οι Τούρκοι δεν κατάφεραν να κάμψουν το ηθικό των Νεοχωριτών που τους κατέσφαξαν και απελευθέρωσαν τον τόπο τους απο τον μακραίωνο Οθωμανικό Ζυγό μέσα σε μία νύχτα. Τα οχυρά μοναστήρια του Αη Γιάννη της Θολής και των Ταξιαρχών, κτισμένα σε νησίδες, σε μία απο τις πιο πολυσύχναστες θαλάσσιες οδούς, τα καθιστούσαν συνεχή στόχο των Οθωμανικών και των υποτελών πειρατικών τους στόλων. Παρά την εκτεταμένη ανασφάλεια ωστόσο οι ντόπιοι φαίνεται πώς χρησιμοποίησαν τα πλεονεκτήματα που προσέφερε η φυσική άμυνα των νησιών και κινούμενοι μέσα απο τη Λιμνόθαλασσα ενίσχυαν με εφόδια και μαχητές το πολιορκημένο Μεσολόγγι. Το γεγονός αυτό, οδήγησε και στην πυρπόληση της Ιστορικής Μονής των Ταξιαρχών που αποτέλουσε κέντρο των επαναστατημένων Νεοχωριτών και τόπο συγκέντρωσης των γυναικόπαιδων. Στην μάχη αυτή μάλιστα σφαγιάστηκαν 18 Αγωνιστές με πλούσια συνεισφορά στα τοπικά γεγονότα.

Λεσίνι

Το νησί του Λεσινίου, το νησί της Παναγίας της Λεσινίωτισσας με την ομώνυμη μονή το “άλλο Μεσολόγγι” προσέφερε μεγάλες υπηρεσίες στον αγώνα για την ελευθερία. Η μονή επεκτάθηκε και ανακαινίστηκε πολλές φορές προκειμένου να καλύψει τις ανάγκες των μοναχών αλλά και του πλήθους κατατρεγμένων που συνέρεαν κατά εκατοντάδες εκεί.

Το 1823 πολλοί αγωνιστές του Ξηρομέρου και της Αιτωλοακαρνανίας ευρύτερα, οχυρώθηκαν στο νησί για να μην πέσουν στα χέρια του Ομέρ Βρυώνη. Κατ’ εντολή του αρχιστράτηγου Καραϊσκάκη τοποθετήθηκε φρούραρχος της Μονής ο επιστήθιος φίλος του και άξιος στρατιωτικός ο Δήμος Τσέλιος (Δημοτσέλιος) ή Γερο-Δήμος (το προγονικό του όνομα ήταν Δήμος Φερεντίνος) ενώ Φρούραρχος διετέλεσε και ο Αναγνωστής Καρπούζης. Εκεί κατέφυγε ὁ Γεώργιος Τσόγκας και ὁ Δημήτρης Μακρὴς καθώς και πολλοί άλλοι. Σ’ όλο το διάστημα μέχρι την απελευθέρωση, το νησάκι ήταν έδρα Δημογεροντίας με τον τίτλο «Δημογεροντία – Ξηρομέρου». Κάτοικοι από όλα τα χωριά της περιοχής κατέφυγαν στο νησάκι όπου άφησαν τις ονομασίες των χωριών τους στα σημεία όπου είχαν κατασκηνώσει και έτσι ακούγεται έως και σήμερα «Κατοχιανά, Δραγαμεστιανά, Λεπενιώτικα, Ζαβιτσιάνικα, Αητινά» κλπ. «Σε αυτό βρήκαν καταφύγιο και πολλοί κατατρεγμένοι «Εξοδίτες» του Μεσολογγίου που παρέμειναν εκεί έως το τέλος της Ελληνικής Επανάστασης, το 1829. Συνεπώς αποτέλεσε ζωηρό κέντρο κοινωνικής δραστηριότητας ελλήνων αρματολών και του ντόπιου πληθυσμού που σχημάτισαν μια ιδιόμορφη κοινωνία μέσα στην ασφάλεια που προσέφερε ο βάλτος. Την ταραγμένη εκείνη περίοδο που ακολούθησε τα συνταρακτικά γεγονότα της «Εξόδου», οι Τούρκοι γεμάτοι μένος και εκδικητική διάθεση θέλησαν να καταλάβουν το νησάκι του μοναστηριού και να το καταστρέψουν. Η Παναγία όμως για άλλη μια φορά έκανε το θαύμα της. Ο Ηγούμενος Ιωαννίκιος μάζεψε όλα τα γυναικόπαιδα και τους ηλικιωμένους στο Μοναστήρι όπου έκανε τη Θεία Λειτουργία παρακαλώντας την Παναγία να τους βοηθήσει ειδάλλως είχε αποφασίσει να ανατινάξει το μοναστήρι. Την ίδια στιγμή η ένδοξη φρουρά του Λεσινίου οργάνωνε την άμυνα και ανέμενε την σφοδρή επίθεση των Οθωμανών. Ακολούθησε ισχυρός βομβαρδισμός από τα τούρκικα κανόνια έως ότου οι προσευχές καρποφόρησαν και ξαφνικά ξέσπασε μεγάλη καταιγίδα κατά την οποία συμφώνα με την παράδοση, φάνηκε πάλι το φωτεινό σύννεφο, με την οπτασία της Παναγίας, που κρατούσε αυτή τη φορά στα χέρια της ένα τεράστιο καλάμι, με το οποίο συνέτριψε τους Οθωμανούς. Οι αγωνιστές έκπληκτοι για μια ακόμη φορά με τις πρώτες ακτίνες του ήλιου αντίκρισαν χιλιάδες κουφάρια τούρκων και των αλόγων τους. Τόσα που είχαν σκεπάσει το μεταξύ του νησιού και του διπλανού λόφου «Πλατός», βαλτότοπο, ενώ όσοι απ’ αυτούς γλύτωσαν, έφευγαν πανικόβλητοι διαλαλώντας τη συμφορά τους.

Η Παναγία έσωσε τον λαό της. Ο Ηγούμενος της Μονής Ιωαννίκιος περιχαρής πήρε την εικόνα της Παναγίας και αφού όλοι την προσκύνησαν, έψαλλαν τον παρακλητικό Κανόνα ευχαριστώντας την για τη σωτηρία τους. Στο κέντρο του σημερινού χωριού του Λεσινίου, στον ιστορικό βυζαντινό ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου διεξήχθη μία ακόμη λυσσαλέα μάχη μεταξύ των Τούρκων και των Ελλήνων οπλαρχηγών Τσόγκα, Μακρή και Μπότσαρη που είχαν ταμπουρωθεί στο σημείο. Γεγονός που μαρτυρείται από τα βόλια και τις οβίδες που έχουν αφήσει σημάδια στο εξωτερικό του ναού.

Πεντάλοφος

Λόγω της κομβικής της θέσης στη διάβαση του Αχελώου και στην νότια είσοδο του Ξηρομέρου καθώς και τον εύφορο κάμπο της, η Πεντάλοφος υπέφερε απο την συνεχή παρουσία των Τούρκων οι οποίοι είχαν διαρκείς βλέψεις για μόνιμη εγκατάσταση στο σημείο. Η Οθωμανική παρουσία στην περιοχή ήταν ικανή να διασφαλίσει τροφή στον εχθρικό στρατό και τα ζώα που τον συνόδευαν αλλά και να απειλεί τις ελληνικές θέσεις.

Οι Τούρκοι ονόμαζαν το χωριό Μπουντολοβίτσα ή Τσιφλικάτ ενώ αποτέλεσε και έδρα του Τούρκου Διοικητή της περιοχής. Στο σημείο εγκαταστάθηκαν Αγάδες και Μπέηδες με μεγάλο αριθμό δουλοπάροικων που καλλιεργούσαν τη γη. Το γεγονός αυτό κατέστησε την Πεντάλοφο ως ένα από τα σημεία της Αιτωλοακαρνανίας που υπέφεραν περισσότερο από τον κατακτητή καθώς ως πέρασμα καλούνταν συχνά να υποταχθεί στα εχθρικά στρατεύματα που καταπίεζαν βάναυσα το ντόπιο πληθυσμό. Η κατάσταση αυτή εξώθησε πολλούς από τους κατοίκους που δεν υπέφεραν άλλο τις κακουχίες να εμπλακούν ενεργά στον αγώνα έναντι των Οθωμανών, καταφεύγοντας στα κοντινά αρματολίκια. Στην Πεντάλοφο οι Τούρκοι έφτιαξαν μπαρουταποθήκες ενώ έφεραν μαζί τους και μεγάλο αριθμό τσιγγάνων που υποστήριζαν τις καθημερινές ανάγκες του οθωμανικού στρατού.

Γουριά

Οι Γουριωτες εξαιτίας της εγγύτητας τους με την Πεντάλοφο υπέφεραν επίσης πολλά δεινά απο τους Οθωμανούς, ωστόσο το γεγονός αυτό δεν έκαμψε το ηθικό τους και το 1822 με αίσθημα αυταπάρνησης και αυτοθυσίας οι κάτοικοι του χωριού πυρπολήσαν το χωριό τους για να μην βρουν εφόδια τα στρατευματα του Ομερ βρυωνη. Πολλοί Γουρίωτες έπειτα κατέφυγαν στο Ξηρόμερο και εντάχθηκαν στις ομάδες κλεφτών. Το 1823 το ερημωμένο χωριό πατήθηκε απο 15 χιλιαδες Τουρκαλβανούς που συννέρευσαν εκεί για να ενωθούν με τον Ομέρ Βρυώνη. Στη Γουριά μάλιστα είχε εγκατασταθεί για μεγάλο διάστημα και ο Κιουταχής. Η Οθωμανική παρουσία στη Γουριά όπως και στη γειτονική Πεντάλοφο ήταν έντονη όλη την περίοδο απο το έτος 1825 έως και το 1829 καθώς οι κατακτητές επιχειρούσαν να διατηρήσουν τον έλεγχο της διάβασης του Αχελώου και του δρόμου μεταξύ Ξηρομέρου και Μεσολογγίου.

Εκ του Γραφείου Τύπου «Οινιαδών Ανάπτυξις»



googlenews

Ακολουθήστε το Agrinio2Day  στο Google News


zenith