Μήνυμα Κυριακής Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού
Τα παλαιά παρήλθαν
και το μέγα πέρασμα από τον θάνατο στην ζωή είναι πλέον γεγονός
Του Μητροπολίτου Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Δαμασκηνού
Ολόφωτη ξημέρωσε η σημερινή Κυριακή. Μόλις μία εβδομάδα πριν, το σκοτάδι του Άδη συντρίφτηκε από το φως του Αναστάντος Χριστού. Η καρδιά μας ακόμη πάλλεται από τον θρίαμβο της νίκης της Ζωής επί του θανάτου. Ο δρόμος προς την Ουράνια Βασιλεία βρίσκεται ενώπιόν μας ορθάνοιχτος. Ο Σταυρός, από όργανο φρικτού θανάτου, έγινε σύμβολο της αναγεννημένης ελπίδος της ανθρωπότητος.
Είναι άραγε αλήθεια; Ζει ο μέχρι πριν λίγες ημέρες νεκρός Εσταυρωμένος; Πώς να πιστέψουμε σε ένα γεγονός τόσο αντίθετο με την ανθρώπινη λογική μας; Πώς να εμπιστευτούμε μαρτυρίες άλλων, όταν οι δικές μας αισθήσεις συνεχίζουν να δέχονται μόνον εμπειρίες θανάτου και σκότους; Πώς να επιτρέψουμε στην χαρά να κατακλύσει την καρδιά μας, όταν καθημερινά φτάνουν σε μας ανθρώπινοι θρήνοι και πολεμικές ιαχές;
Έτσι αισθάνεται σήμερα και ο Απόστολος Θωμάς. Μέχρι πριν λίγες ώρες, βρισκόταν μαζί με τους φοβισμένους και απογοητευμένους αδελφούς του και μαθητές του κοινού Διδασκάλου τους. Μαζί μοιράζονταν την φρικτή ανάμνηση του αιμόφυρτου Ιησού επάνω στον Σταυρό. Μαζί απορούσαν, πώς είναι δυνατόν να εκπληρωθούν οι διαβεβαιώσεις που έδινε προς εκείνους περί της εγέρσεώς Του. Φοβισμένοι στο υπερώο, με τους εξαγριωμένους Φαρισαίους να τους αναζητούν, μέχρι πριν λίγες ώρες, παρηγορούσαν ο ένας τον άλλον και αναζητούσαν μία μικρή χαραμάδα ελπίδος.
Και αυτή η χαραμάδα εμφανίστηκε και έγινε πύλη, μέσα από την οποία, με τρόπο ανεξήγητο, παράλογο και θαυμαστό, ο Κύριος της ζωής ήρθε να αποδείξει με την παρουσία Του πως οι επαγγελίες Του ήταν αληθινές. Βρέθηκε ξανά μεταξύ τους, μοιράστηκε μαζί τους το ψωμί και το κρασί και διακήρυξε, όχι με λόγια, αλλά με το ολοφώτεινο πρόσωπό Του πως τα παλαιά παρήλθαν και πως το μέγα Πάσχα, το μέγα πέρασμα από τον θάνατο στην ζωή, ήταν πλέον, όχι υπόσχεση, αλλά γεγονός.
Ποιά συναισθήματα να τους κατέκλυσαν εκείνη την ώρα; Ποιά ανάσταση να συντελέστηκε και στην δική τους ψυχή; Δεν υπάρχουν λόγια να περιγράψουν μία τέτοια εμπειρία. Μόνο όταν ο πόνος και οι δοκιμασίες έχουν ρίξει την ψυχή μας στο πιο βαθύ σημείο του Άδη και αιφνίδια εμφανίζεται στην ζωή μας το υπέρλαμπρο Αναστάσιμο φως, μόνο όταν η ύπαρξή μας έχει γονατίσει από την θλίψη και ανέλπιστα, των θυρών της ψυχής μας κεκλεισμένων, βιώνουμε την θεία παρηγοριά, μόνο τότε είμαστε σε θέση να βιώσουμε την μεγάλη αλήθεια της εγέρσεως του Κυρίου και να κηρύξουμε από τα βάθη της ψυχής μας πως ο Χριστός Ανέστη.
Τέτοια θαυμαστή αποκάλυψη βίωσαν και την ώρα εκείνη οι Μαθητές. Ο Απόστολος Θωμάς, όμως, λείπει. Όταν επιστρέφει, ο Κύριος δεν είναι πια εκεί. Βλέπει την χαρά στα πρόσωπα των αδελφών του αλλά δεν του αρκεί. Ακούει τα γεμάτα ενθουσιασμό λόγια τους αλλά δεν τα πιστεύει. Τα μάτια του έχουν κρατήσει μόνο τις πληγές στα χέρια, τα πόδια και την πλευρά του Διδασκάλου του. Αυτές οι πληγές είναι η μόνη αλήθεια που δέχεται. Αυτές οι πληγές είναι η δική του πραγματικότητα. Αυτές οι πληγές είναι η πηγή της δικής του απογοητεύσεως που έχει κατακλείσει την καρδιά του. Στην μνήμη του έχει εγκατασταθεί ο καταπληγωμένος και άπνοος Ιησούς και μόνο Αυτόν αναγνωρίζει.
«Αυτές τις πληγές θέλω να ακουμπήσω. Χριστό χωρίς πληγές δεν αναγνωρίζω», δηλώνει προς τους αδελφούς του.
Και ο πληγωμένος Διδάσκαλος εμφανίζεται ενώπιόν του. Με τα ίδια στίγματα στα χέρια και τα πόδια Του. Με την ίδια πληγή στην πλευρά Του. Και, ίσως αναρωτηθείτε, τί θέση έχουν στο αναστημένο σώμα Του αυτά τα στίγματα; Πώς η Ανάσταση δεν κατάφερε να τα εξαφανίσει; Ποιά είναι η χρησιμότητα και ποιός ο σκοπός να είναι ακόμα εμφανή αυτά τα σημάδια του θανάτου πάνω στο πανάχραντο Σώμα της ζωής;
Μεγάλος ο σκοπός και μεγάλη η σκοπιμότητα των στιγμάτων αυτών, αδελφοί μου. Πρώτον, για να μην ξεχνούμε πως, ακόμη και μετά την Ανάσταση του Χριστού, ο θάνατος είναι ακόμη παρών στην ζωή μας και πως η δύναμή του παραμένει μεγάλη. Δεύτερον, για να βεβαιωθούμε πως ο Αναστημένος Χριστός δεν είναι ένας ερχόμενος από έναν άλλο κόσμο, αλλά εκείνος, ο Οποίος πράγματι πέρασε νικηφόρα μέσα από το κράτος του θανάτου και φέρει ακόμη τις πληγές αυτές ως αποδείξεις της νίκης Του. Υπάρχει όμως και κάτι τρίτο: οι πληγές αυτές είναι η πηγή της δικής μας παρηγοριάς. Διότι, οι πληγές Του είναι οι δικές μας πληγές που με την θεία φιλανθρωπία Του έκανε δικές Του. Τα δικά μας πάθη και τις δικές μας οδύνες επωμίστηκε ο Χριστός μας, προκειμένου να περάσει μαζί μας μέσα από την κοιλάδα των κλαυθμών και του πόνου που καθημερινά βαδίζουμε όλοι μας. Τα πάθη μας έγιναν πάθη Του, ο πόνος μας πόνος Του. Με την Ανάστασή Του όμως, η δύναμή Του έγινε δύναμή μας και η ζωή Του, ζωή μας. Τα στίγματα είναι εκεί για να μας θυμίζουν πως η δύναμη του πόνου μας είναι μεγάλη, όπως μεγάλη υπήρξε και η δική Του οδύνη πάνω στον Σταυρό. Μεγαλύτερη όμως είναι η δύναμη της ζωής, της χαράς και του φωτός που μας καλεί να μοιραστούμε μαζί Του.
Οι πληγές πάνω στο Αναστημένο Σώμα είναι εμφανείς, όμως δεν πονούν και δεν αιμορραγούν πλέον. Μόνο μαρτυρούν πως τίποτα δεν μπορεί να αντισταθεί στην δύναμη της Αναστάσεως. Ο Θωμάς ξαναβλέπει τις πληγές που μέχρι πριν δύο ημέρες είχε δει πάνω σε ένα νεκρό. Τώρα βλέπει τις ίδιες πληγές, μόνο που ο νεκρός έχει δώσει την θέση του σε ένα ολόφωτο σώμα, διαποτισμένο από αιώνια ζωή. Τώρα, οι πληγές αυτές αναβρύζουν και την δική μας ελπίδα.
Ο Απόστολος Θωμάς αντίκρισε τότε τις πληγές του Αναστημένου Χριστού και πίστεψε. Αντικρίζουμε και εμείς σήμερα τις φρικτές πληγές της ανθρωπότητος που αιμορραγεί. Αναρωτιόμαστε, ποιά δύναμη μπορεί να παρηγορήσει τόσο πόνο και να γιατρέψει τόσο θάνατο. Στρέφουμε τότε την ματιά μας στην εικόνα της Αναστάσεως και διακρίνουμε τα στίγματα του Σταυρού. Στρέφουμε την καρδιά μας προς Εκείνον που έκανε όλο τον ανθρώπινο πόνο δικό Του και βλέπουμε το πανάγιο Σώμα Του να έχει νικήσει τον πόνο και τον θάνατο. Είναι το ίδιο σώμα που γίνεται η τροφή μας κατά την Θεία Λειτουργία. Ας γευόμαστε διαρκώς τον Θεό, ας γευόμαστε διαρκώς την Ζωή, ας γευόμαστε διαρκώς την Ανάσταση και, μαζί με τον Απόστολο Θωμά, ας διακηρύσσουμε με όλη την δύναμη της ψυχής μας, μέχρι τελευταίας μας αναπνοής: «Ο Κύριός μου και ο Θεός μου».