Φρίκη για 23χρονη: Της έταξε δουλειά αλλά την φυλάκισε σε διαμέρισμα και την εξέδιδε
Της παρουσιάστηκε ως ιδιοκτήτης νυχτερινού κέντρου, της έταξε δουλειά ως «λουλουδού» και όταν εκείνη συμφώνησε να δουλέψει γιατί είχε ανάγκη τα χρήματα, τη φυλάκισε σε ένα διαμέρισμα και τη μετέτρεψε σε call girl πολυτελείας.
Η 23χρονη αναγκαζόταν να κάνει μέχρι και 4 ερωτικά ραντεβού την ημέρα έναντι του ποσού των 150 ευρώ, ενώ ο μαστροπός κάθε φορά που απουσίαζε από το διαμέρισμα – κελί, είχε εγκαταστήσει στην είσοδο φρουρούς για να προσέχουν να μην το σκάσει. Η εφιαλτική περιπέτεια μιας 23χρονης κοπέλας που η ανέχεια την έριξε στα «ροζ» κάτεργα του αδίστακτου Αλβανού ξεδιπλώνεται μέσα από τη δικογραφία που έχει στη διάθεση του το protothema.gr.
Το θύμα, μετά από τρεις μήνες στην κόλαση, κατάφερε να το σκάσει και να πάει στην Αστυνομία να καταγγείλει όλα όσα έζησε, με αποτέλεσμα ο 33χρονος αλλοδαπός μαστροπός να εντοπιστεί από τους αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Αντιμετώπισης Οργανωμένου Εγκλήματος και να συλληφθεί.
Απο «λουλουδου»… call girl πολυτελείας
Όπως αναφέρεται στη δικογραφία, η περιπέτεια της 23χρονης ξεκίνησε όταν η κοπέλα, όπως είπε στους αστυνομικούς της Υποδιεύθυνσης Αντιμετωπισης Οργανωμένου Εγκλήματος γνώρισε τον Αλβανό, που της παρουσιάστηκε ως ιδιοκτήτης νυχτερινού καταστήματος στο κέντρο της Αθήνας και της πρότεινε να εργαστεί ως «λουλουδού» με καλές απολαβές, εκμεταλλευόμενος την δυσχερή οικονομική κατάσταση στην οποία αυτή βρισκόταν.
Η παθούσα αποδέχθηκε εν τέλει την πρόταση του κατηγορουμένου, ο οποίος την εγκατέστησε στην κατοικία του με το πρόσχημα της φιλοξενίας μέχρι να σταθεροποιηθεί οικονομική της κατάσταση. Αυτό ηταν και το λάθος της κοπέλας.
Ο Αλβανος, όταν η νεαρή εγκαταστάθηκε πέρασε στη δευτερη φάση του αρρωστημένου του σχεδιου. Οπως αναφέρεται στο διαβιβαστικό «έκτοτε, και για χρονικό διάστημα τριών μηνών περίπου, ο κατηγορούμενος κατακρατούσε την παθούσα παράνομα και χωρίς τη θέλησή της, επιτηρώντας πλήρως τις κινήσεις της, και τοποθετώντας μάλιστα «φύλακες» έξωθεν της οικίας του κατά τις ώρες που ίδιος απουσίαζε. Για χρονικό διάστημα τριών μηνών, η παθούσα απασχολήθηκε ως εκδιδόμενη σε γραφείο, πραγματοποιώντας τέσσερα ερωτικά ραντεβού κατά μέσο όρο την ημέρα έναντι αμοιβής. Συγκεκριμένα το κόστος για κάθε ραντεβού ήταν 150€, εκ των οποίων τα 50€ αντιστοιχούσαν στην αμοιβή του γραφείου, 20€ στον κατηγορούμενο οποίος εκτελούσε χρέη οδηγού και 80€ στην παθούσα. Ωστόσο ο κατηγορούμενος, ο οποίος ήταν ο αποκλειστικός οδηγός που μετέφερε καθημερινά την παθούσα στα ερωτικά ραντεβού, παρακρατούσε το σύνολο των πορνικών της εσόδων, προβαίνοντας κατά τον τρόπο αυτό στον πορισμό παράνομου περιουσιακού οφέλους μέσω της εκμετάλλευσης της».
Ο φόβος, οι απειλές και οι «φρουροί» κρατούσαν την κοπέλα στη «φυλακή» του Αλβανού. Όσα χρήματα έπαιρνε από τα ραντεβού, κατάφερνε να τα αποταμιεύει κρυφα, προκειμένου να μπορέσει να δραπετεύσει απο το σπίτι του μαρτυρίου. Όμως ο μαστροπος το κατάλαβε…
«Ο κατηγορούμενος αντελήφθη ότι η παθούσα έχει αποταμίευσει κρυφά από την εργασία της ως εκδιδόμενη, το χρηματικό ποσό των 5000€ και ως εκ τούτου προέβη στην παρακράτηση του εν λόγων χρηματικού ποσού, ασκώντας έντονη σωματική βία, παρά το γεγονός ότι μια βδομάδα περίπου αργότερα, η παθούσα διέφυγε από τον έλεγχο του κατηγορουμένου, εκείνος συνέχισε τις απειλές σε βάρος της καθώς και την χρήση σωματικής και ψυχολογικής βίας, ενεργώντας είτε αυτοπροσώπως είτε μέσω τριών ατόμων έτσι ώστε αφενός να αποτρέψει τυχόν καταγγελίας αστυνομική αρχή, αφετέρου να κάμψει την αντίσταση της και να την επαναφέρει στη σφαίρα επιρροής του».
Και έτσι συνεχιζόταν το μαρτύριο της. Μέχρι που τελικά αποφάσισε να ανοίξει το στόμα της και να σπάσει τα δεσμά, μιλώντας στην Αστυνομία. Η ειδική ομάδα της Υποδιεύθυνσης Αντιμετωπισης Οργανωμένου Εγκλήματος μετά απο έρευνα και όπως αναφέρεται στο ενημερωτικό σημείωμα «Μεσημβρινές ώρες της 7ης Ιανουαρίου, οι αστυνομικοί του Τμήματος Εμπορίας Ανθρώπων, έθεσαν σε διακριτική επιτήρηση την οικία του Αλβανού και αφού τον εντόπισαν και τον ακινητοποίησαν διενεργήθηκαν έρευνες στην κατοχή του και στην κατοικία του κατά τις οποίες κατασχέθηκαν μεταξύ άλλων το χρηματικό ποσό των 6.890€, μικροποσότητα κάνναβης καθώς και ένα αυτοκίνητο».
Ο συλληφθείς οδηγήθηκε το πρωί της 8ης Ιανουαρίου στην Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών, ενώ όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται «ερευνάται τυχόν συμμετοχή του κατηγορουμένου σε περισσότερα περιστατικά εμπορίας ανθρώπων».
protothema.gr